ἀγαπῶντας

ἀγαπῶντας
ἀγαπάω
greet with affection
pres part act masc acc pl
ἀγαπάζω
treat with affection
fut part act masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τερατολογία — Η τ. έχει ως αντικείμενο τη μελέτη όλων των εξαιρετικών οργανικών διατάξεων, με τις οποίες κάποιο άτομο διακρίνεται από το πλήθος των ατόμων του ίδιου αυτού είδους. Οι εξαιρετικές αυτές διατάξεις είναι ανωμαλίες ή τερατομορφίες. Ανωμαλία… …   Dictionary of Greek

  • Ιησούς Χριστός — Γιος του Θεού, που στάλθηκε στη Γη για να λυτρώσει τους ανθρώπους από το προπατορικό αμάρτημα και να τους δείξει τον δρόμο των ουρανών. Η πρώτη λέξη του ονόματος είναι εβραϊκή και σημαίνει «Ο Γιαχβέ είναι η σωτηρία»· η δεύτερη, ελληνική, σημαίνει …   Dictionary of Greek

  • Κομφούκιος — (Τσουελί, Σαντούνγκ 551 – Τσιφού 479 π.Χ.). Κινέζος φιλόσοφος. Το πραγματικό του όνομα ήταν Κουνγκ Τα’ιέου. Οι μαθητές του τον αποκαλούσαν Κουνγκ Φου Τσε (= ο σεβάσμιος διδάσκαλος Κουνγκ). Οι πρώτοι ιεραπόστολοι εκλατίνισαν το όνομα αυτό σε… …   Dictionary of Greek

  • Ταγκόπουλος — Επώνυμο Ελλήνων λογοτεχνών. 1. Δημήτριος (Ύδρα 1867 – Αθήνα 1926). Από νεαρή ηλικία εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε ιατρική της οποίας και αναγορεύτηκε διδάκτορας (1890). Tην άσκησε μάλιστα ως επάγγελμα για ένα μικρό διάστημα στους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”